Κυριακή 24 Μαΐου 2009

Ο δρόμος της επανάστασης, και του μίσους.

Συνήθως είμαι τόσο αναίσθητη, που δεν με σκιάζει φοβέρα καμιά. Χθες όμως έμεινα άφωνη όταν είδα το Revolutionary road. Πολύ σπάνιο φαινόμενο για μένα να κρατήσει μία ταινία το ενδιαφέρον μου αμείωτο για όλη της την διάρκεια.

Η ταινία καταρχάς μου άρεσε. Εξαιρετικός ο Λεονάρντο, που όσο μεγαλώνει ομορφαίνει, εξαιρετική και η Κέιτ, που νομίζω ότι αδικήθηκε λίγο από τον χαρακτήρα της, γιατί έγώ τουλάχιστον δεν συμπάθησα εν τέλει την Εϊπριλ.

Το σημαντικό ωστόσο είναι πόσο πολύ μπορεί να αλλάξει η σχέση δύο ανθρώπων όταν δεν είναι ευχαριστημένοι. Δεν είχαν περάσει και πολλά χρόνια από όταν γνωρίστηκαν, και οι δυό τους είχαν ήδη βαρεθεί ο ενας τον άλλον. Ο καθένας ήταν δυστυχισμένος μόνος του γιατί δεν μπόρεσε να κάνει αυτό που ονειρευόταν, και δύο δυστυχισμένοι μαζί προσπαθούσαν να πείσουν ότι μαζί είναι ευτυχισμένοι. Αυτά παθαίνει κανείς όταν βρίσκεται στα 30 του παντρεμένος με δύο παιδιά...δεν ξέρω αν πρεπει να βάλω τελεία ή ερωτηματικό.

Δυστυχως είδα την ταινία μόνη μου, σε dvd, και δεν έχω πρόχειρο κάποιον για να τη σχολιάσω. Ομως πόσο δυσαρεστημένη πρεπει να είσαι από κάποιον, και πόσο να έχεις καταλήξει να τον μισείς ώστε να μην θέλεις το παιδί του; Πόσο συμβιβαστικοί μπορεί να είναι οι άνθρωποι για να φτάνουν να χτίζουν ζωές με τις οποίες ξέρουν εξαρχής ότι δεν είναι ικανοποιημένοι. Κάποιοι ταυτίζουν το κυνήγι της ευτυχίας με το βόλεμα. Η πιό συχνή ταύτιση, δύο πραγμάτων εξ' ορισμού οξύμορων.

Στο δεύτερο μισό της η ταινία έχει τόση ένταση, που νομίζεις ότι θα σπάσει η οθόνη. Τόση ευτυχία. Η τελευταία κοινή σκηνή του Λεονάρντο με την Γουίνσλετ είναι τόσο clean cut, τόσο κλασσική αμερικανική, που τελικά καταντά νοσηρή. Δεν μας φτύνουν, βρέχει.

Και τέλος, η σκηνή που η Γουίνσλετ ετοιμάζεται για την έκτρωση, είναι κατά τη γνώμη μου η συγκλονιστικότερη όλων. Δεν χρειάζεται τίποτα τελικά για να μείνεις άφωνος με μία σκηνή. Λίγες πετσέτες, μία πόρτα να κλείνει, και ένα παντελώς ανέκφραστο πρόσωπο. Φτάνει να φανταστείς τι θα ακολουθήσει.

Οντως, το πιό δυνατό συναίσθημα είναι το μίσος.

Κυριακή 10 Μαΐου 2009

Kάλλιο ξεκούραστη καφετζού!

Δύο μήνες χωρίς να γράψω!!! Δύο ολόκληροι μήνες! Υπάρχει εξήγηση. Αφενός αυτούς τους δύο μήνες καταλαβαίνω τι σημαίνει πραγματική κούραση (όλα τα προηγούμενα ήταν οδοντόκρεμες), αφετέρου, ακριβώς επειδή η δουλειά μου έχει να κάνει με γράψιμο, βαριέμαι να γράψω για χόμπι. Δεν ξέρω αν τελικά αυτό με ξεκουράζει, ή με φορτίζει περισσότερο :S

Αν τα πράγματα πηγαίνουν προς το καλύτερο ή προς το χειρότερο, θα δείξει. Θα δείξει σε έναν περίπου μήνα.

Προσπαθώ να σκεφτώ ένα σοβαρό θέμα για να γράψω, και το μόνο που μου έρχεται στο μυαλό είναι ο Σάκης... είναι το overdose, είναι που όντως μ'αρέσει... δεν ξέρω τι να πω. Επίσης θέλω να πω ότι δεν πρόκειται να προσπαθήσω να βάλω τις σκέψεις μου σε τάξη, αφού γράφω για χόμπι, θα γράψω όπως μου 'ρχεται.

Το τελευταίο δίμηνο, όπως σας είπα κουράζομαι. Κουράζομαι πολύ. Τις ώρες που μου μένουν να ξεκουραστώ, σκέφτομαι μήπως τζάμπα κουράζομαι. Μηπως το εγχείρημα που ετοιμάζουμε δεν αξίζει τελικά τον κόπο, μήπως αξίζει, αλλά βρίσκεται σε λάθος χέρια (τα δικά μου, ω συμφορά!)-κι αυτό είναι ακόμα χειρότερο-. Μήπως τελικά δεν υπάρχει λόγος για τόσο στρες.

Στην σχολή δημοσιογραφίας δεν μάθαμε πολλά, σχεδόν τίποτα. Κάποιος όμως, μας είπε μία σοφή κουβέντα. Κόντρα σε όσα νομίζουν κάποιοι μεγαλοδημοσιογραφοι, και μεγαλοδημοσιογραφίσκοι, η δική μας δουλειά είναι να μεταφέρουμε απλά τα γεγονότα στον κόσμο. Δεν χρειάζεται να το κάνουμε πιό σύνθετο, ούτε να νομίζουμε ότι κάνουμε λειτούργημα. Στην εποχή του internet, η self-service πληροφόρηση είναι αυτονόητη, και δημοσιογραφία έχει πάψει να θεωρείται λειτούργημα.

Οπως μας είπε λοιπόν αυτός ο σοφός άνθρωπος, δεν είμαστε γιατροί, και καμία ζωή δεν κρέμεται από τα δικά μας χέρια. Κι από την στιγμή που δεν έχουμε την μεγαλύτερη ευθύνη που μπορεί να έχει κανείς, χρειάζεται να αναθεωρήσουμε κάποια πράγματα. Και τα λάθη επιτρέπονται, και οι παραλειψεις, και οι καθυστερήσεις, στα επιτρεπτά πάντα όρια.

Ωρες ώρες σκέφτομαι σοβαρά να τα παρατήσω. Να τα μαζέψω, να πάω επιτέλους στην Ιταλία, να μάθω να κάνω γαμάτο cappuccino, και να κάνω αυτή τη δουλειά για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου. Το ταλέντο στους καφέδες, το έχω έτσι κι αλλιώς, γιατί να μην το κάνω επάγγελμα; Σκεφτείτε πόσο πολύ εκτιμάμε τους ανθρώπους που μας φτιάχνουν καφέ στα everest και τους γρηγόρηδες, όταν μας τον πετυχαίνουν; Πόσους ανθρώπους εκτιμάμε, στ' αλήθεια, τόσο πολύ;